σημαντική ή σημασιολογία

σημαντική ή σημασιολογία
Γενική θεωρία και ιστορική μελέτη της σημασίας των λέξεων. Η σ. πήρε το όνομά της από το Μισέλ Μπρεάλ που, το 1883, πρότεινε να ονομαστεί έτσι (γαλλικά semantique από τη ρίζα του ελληνικού ρήματος σημαίνω) το μέρος της γλωσσολογίας που αναφέρεται στη θεωρητική και ιστορική μελέτη της σημασίας. Έργο της σ. είναι κυρίως η επεξεργασία θεωρητικών εννοιών γενικής σημασίας (έννοια, συνειρμοί εννοιών, σημαντικά πεδία, σημασία από τα συμφραζόμενα κλπ.), και κατά δεύτερο λόγο η συγχρονική (σε μια ορισμένη χρονική στιγμή) και διαχρονική (μέσω του χρόνου) περιγραφή του συνόλου των σημασιών. Λέγοντας σημασία εννοούμε το σύνολο των προσδιοριστικών, εννοιολογικών και γραμματικών λειτουργιών που συνδέονται με μια γλωσσική μορφή. Ως γλωσσική μορφή εννοούμε μια φωνηματική ενότητα (π.χ. «φορείς», «νοιώθω», «για», «πράγμα», «αγαθό») που έχει διανεμητική ή εναλλακτική αξία. Στην πρώτη περίπτωση, η ενότητα μπορεί να συνδυαστεί με ορισμένες κατηγορίες γλωσσικών μορφών (με αυτό ως βάση μπορούμε να διακρίνουμε μια μορφή του «φορείς», συνδυασμένη με το αρσενικό άρθρο του πληθυντικού, και μια μορφή του «φορείς» συνδυασμένη με την προσωπική αντωνυμία του δεύτερου προσώπου)· στη δεύτερη περίπτωση, αντίθετα, η ενότητα μπορεί να αντικατασταθεί με μια σειρά άλλων μορφών (με αυτό ως βάση μπορούμε να διακρίνουμε ένα «αγαθό» που μπορεί να αντικατασταθεί με το «εμπόρευμα», «προϊόν» κλπ., και ένα «αγαθό» που μπορεί ν’ αντικατασταθεί με το «καλό», «ευγενικό» κλπ.). Κάθε μορφή έχει μια προσδιοριστική αξία: εξατομικεύει δηλαδή γενικά ένα ορισμένο τομέα της εμπειρίας· έχει όμως εξάλλου μια αξία συναισθηματική και επιπέδου. «Φασίστας», π.χ., και «οπαδός ενός κινήματος της άκρας δεξιάς» έχουν την ίδια προσδιοριστική αξία, αλλά διαφορετική συναισθηματική αξία· «αλάτι της κουζίνας» και «χλωριούχο νάτριο αναμειγμένο με ελάχιστες ποσότητες άλλων αλάτων» έχουν την ίδια προσδιοριστική αξία, αλλά βρίσκονται σε διαφορετικά γλωσσικά επίπεδα, δηλαδή, αντίστοιχα, στην καθημερινή γλώσσα και στην επιστημονική γλώσσα της χημείας. Οι διάφορες μορφές μιας γλώσσας τείνουν να δημιουργήσουν συνειρμικές ομάδες, που μπορούν να περιγραφούν με τα λεγόμενα τεστ συνειρμού: ομάδες που βασίζονται στην προσδιοριστική ομοιότητα, στο ότι ανήκουν στον ίδιο τύπο τεχνικής γλώσσας κλπ. Αντί για συνειρμικές ομάδες, οι μελετητές μιλούν συχνά για «σημαντικά πεδία». Οι συνειρμικές ομάδες είναι αρκετά διαφορετικές από τη μια γλώσσα στην άλλη, και, μέσα στην ίδια γλώσσα, για άτομα που ανήκουν σε διαφορετικά κοινωνικά στρώματα. Ο σύνθετος χαρακτήρας της σημασίας (που είναι, όπως είπαμε, ένα περίπλοκο σύμπλεγμα αξιών) και η κοινωνιολογική ετερογένεια των συνειρμικών πεδίων υπογραμμίζονται για να κάνουν αντιληπτές τις διαχρονικές αλλαγές των σημασιών. Οι αλλαγές πολιτιστικής ή κοινωνικής φύσης προκαλούν περισσότερο ή λιγότερο σημαντικές μετατοπίσεις των προσδιοριστικών ύφους και συναισθηματικών αξιών των λέξεων και των συνειρμικών συνδυασμών τους: ο πλουτισμός π.χ. των γνώσεων μας στο πεδίο της ιατρικής έφερε πλήρη αποσύνθεση των εννοιών λέξεων όπως «σεληνιασμός», «δαιμονισμένος» κλπ. που μπορούν να χρησιμοποιηθούν πια μόνο με πολύ περιορισμένη αξία. Εκτός από τη γλωσσολογία., γίνεται λόγος περί σ. και στη λογική: η σ. της νεώτερης συμβολικής λογικής μελετά τους εννοιολογικούς όρους των λογικών αξιωμάτων.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • σημασιολογία — η, Ν γλωσσ. κλάδος τής γλωσσολογικής επιστήμης που μελετά τη σημασία, το νόημα τών λέξεων, αλλ. σημαντική. [ΕΤΥΜΟΛ. < σημασία + λογία*. Η λ. μαρτυρείται από το 1860 στον Δημ. Ι. Μαυροφρύδη] …   Dictionary of Greek

  • σημαντικός — ή, ό / σημαντικός, ή, όν, ΝΜΑ [σημαίνω] αυτός που δηλώνει, που φανερώνει κάτι, που έχει μια ορισμένη σημασία (α. «ρήματα κινήσεως σημαντικά» β. «ὄνομά ἐστι φωνὴ σημαντικὴ κατὰ συνθήκην ἄνευ χρόνου», Αριστοτ. γ. «δυνάμεως δὲ σημαντικὸν τὸ κέρας»,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”